- βωμοειδές
- βωμοειδήςlike an altarmasc/fem voc sgβωμοειδήςlike an altarneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Δικελί-Τας — Αρχαιολογική τοποθεσία στην ανατολική Μακεδονία, σε απόσταση 2 χλμ. Α των Φιλίππων. Οι ανασκαφές που έγιναν στη θέση αυτή αποκάλυψαν την ύπαρξη μακραίωνης ζωής και αλλεπάλληλων οικισμών που διαδέχτηκαν ο ένας τον άλλο, από τη νεολιθική περίοδο… … Dictionary of Greek